ἄνοσμος: Difference between revisions

From LSJ

φύσει γὰρ ἄνθρωπος ὃ βούλεται, τοῦτο καί οἴεται → it's human nature: what you want, you believe

Source
(6_16)
(big3_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄνοσμος''': -ον, = [[ἄνοδμος]], ὁ [[ἄνευ]] ὀσμῆς, [[ἄοσμος]], Ἱππ. περὶ Διαιτ. Ὀξ. 394, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 1, 16, κτλ.· ἴχνη ἄνοσμα, ἐπὶ ἰχνῶν τὰ ὁποῖα δὲν καταλείπουσιν ὀσμήν, [[Πολυδ]]. Ε΄, 12: - ἀλλὰ τὸ [[ἄοσμος]] (ὃ ἴδε) ἦν ἐν μείζονι χρήσει.
|lstext='''ἄνοσμος''': -ον, = [[ἄνοδμος]], ὁ [[ἄνευ]] ὀσμῆς, [[ἄοσμος]], Ἱππ. περὶ Διαιτ. Ὀξ. 394, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 1, 16, κτλ.· ἴχνη ἄνοσμα, ἐπὶ ἰχνῶν τὰ ὁποῖα δὲν καταλείπουσιν ὀσμήν, [[Πολυδ]]. Ε΄, 12: - ἀλλὰ τὸ [[ἄοσμος]] (ὃ ἴδε) ἦν ἐν μείζονι χρήσει.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que no tiene olor]], [[que no huele]]del flujo blanquecino previo a la menstruación, Arist.<i>HA</i> 634<sup>b</sup>19, κεράμιον <i>PSarap</i>.84.4 (II d.C.), ἴχνη Poll.5.12, οἶνος ἀ. vino no oloroso</i>, <i>PZen.Col</i>.108.5 (III a.C.), <i>A.Al</i>.7B.3.41.
}}
}}

Revision as of 12:14, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄνοσμος Medium diacritics: ἄνοσμος Low diacritics: άνοσμος Capitals: ΑΝΟΣΜΟΣ
Transliteration A: ánosmos Transliteration B: anosmos Transliteration C: anosmos Beta Code: a)/nosmos

English (LSJ)

ον,

   A = ἄνοδμος, without smell, v.l. in Hp.Acut.63, cf. Arist. HA634b19, etc.; ἴχνη ἄνοσμα footsteps that leave no scent, Poll.5.12:—but ἄοσμος (q.v.) was preferred.

German (Pape)

[Seite 242] ohne Geruch, Hippocr.; ἴχνη Poll. 5, 12.

Greek (Liddell-Scott)

ἄνοσμος: -ον, = ἄνοδμος, ὁ ἄνευ ὀσμῆς, ἄοσμος, Ἱππ. περὶ Διαιτ. Ὀξ. 394, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 10. 1, 16, κτλ.· ἴχνη ἄνοσμα, ἐπὶ ἰχνῶν τὰ ὁποῖα δὲν καταλείπουσιν ὀσμήν, Πολυδ. Ε΄, 12: - ἀλλὰ τὸ ἄοσμος (ὃ ἴδε) ἦν ἐν μείζονι χρήσει.

Spanish (DGE)

-ον
que no tiene olor, que no hueledel flujo blanquecino previo a la menstruación, Arist.HA 634b19, κεράμιον PSarap.84.4 (II d.C.), ἴχνη Poll.5.12, οἶνος ἀ. vino no oloroso, PZen.Col.108.5 (III a.C.), A.Al.7B.3.41.