ἀντικινέω: Difference between revisions
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
(6_23) |
(big3_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντικῑνέω''': κινῶ τι [[ἐναντίον]] ἄλλου, Ἀριστ. περὶ μνήμ. 2. 29: - Παθ., [[ἀνάγκη]] τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι ὁ αὐτ. Φυσ. 8. 5, 19, πρβλ. περὶ Ζ. Γεν. 4. 3, 18, περὶ Οὐρ. 1. 5, 12. ΙΙ. Μέσ., ποιῶ ἀντιθέτους κινήσεις, κινοῦμαι παρακολουθῶν τὰς κινήσεις τοῦ ἐχθροῦ, πρὸς πᾶν ἑτοίμως ἀντικινεῖσθαι τὸν Κλεομένη Πολύβ. 2. 66, 3. | |lstext='''ἀντικῑνέω''': κινῶ τι [[ἐναντίον]] ἄλλου, Ἀριστ. περὶ μνήμ. 2. 29: - Παθ., [[ἀνάγκη]] τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι ὁ αὐτ. Φυσ. 8. 5, 19, πρβλ. περὶ Ζ. Γεν. 4. 3, 18, περὶ Οὐρ. 1. 5, 12. ΙΙ. Μέσ., ποιῶ ἀντιθέτους κινήσεις, κινοῦμαι παρακολουθῶν τὰς κινήσεις τοῦ ἐχθροῦ, πρὸς πᾶν ἑτοίμως ἀντικινεῖσθαι τὸν Κλεομένη Πολύβ. 2. 66, 3. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> c. ac. [[mover a su vez]] κατὰ συμβεβηκὸς [[ἄρα]] ἀντικινεῖ θάτερον ... ἔτι οὐκ [[ἀνάγκη]] τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι en forma accidental mueve a su vez al otro (motor) ... tampoco el motor es necesariamente movido a su vez</i> Arist.<i>Ph</i>.257<sup>b</sup>21, cf. tb. en v. pas. Arist.<i>GA</i> 768<sup>b</sup>19, Simp.<i>in Ph</i>.677.21.<br /><b class="num">2</b> abs. o c. prep. [[producir un movimiento de rechazo]], [[reaccionar]] (ὀργαὶ καὶ φόβοι) ὅταν τι κινήσωσιν, ἀντικινούντων πάλιν τούτων οὐ καθίστανται, ἄλλ' ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἀντικινοῦσιν (las iras y miedos) cuando mueven algo, al encontrar rechazo no se aplacan, sino que reaccionan contra ello</i> Arist.<i>Mem</i>.453<sup>a</sup>26, cf. Ph.2.22<br /><b class="num">•</b>en v. med. mismo sent. διὰ τὸ πρὸς πᾶν ἑτοίμως ἀντικινεῖσθαι τὸν Κλεομένη porque Cleómenes reaccionaba adecuadamente a todo (movimiento hostil)</i>, Plb.2.66.3<br /><b class="num">•</b>[[moverse en sentido contrario]] ἡ ἀντικινουμένη la línea que va en sentido contrario</i> Arist.<i>Cael</i>.272<sup>b</sup>4, cf. Philost.<i>HE</i> 2.13 (ap. crít.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:14, 21 August 2017
English (LSJ)
A move in opposition, Arist.Mem.45<*>a26, cf. Ph.2.22:— Med. or Pass., ἀνάγκη τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι must suffer a counter-movement, Arist.Ph.257b23, cf. GA768b10, Cael.272b4. II in Pass.also, make counter-movements, πρὸς πᾶν Plb.2.66.3; σφοδρότερον -ηθῆναι relaliate more ruthlessly, Chor.p.226B.
German (Pape)
[Seite 253] dagegenin Bewegungsetzen, Phil., – med., πρός τι Pol. 2, 66.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντικῑνέω: κινῶ τι ἐναντίον ἄλλου, Ἀριστ. περὶ μνήμ. 2. 29: - Παθ., ἀνάγκη τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι ὁ αὐτ. Φυσ. 8. 5, 19, πρβλ. περὶ Ζ. Γεν. 4. 3, 18, περὶ Οὐρ. 1. 5, 12. ΙΙ. Μέσ., ποιῶ ἀντιθέτους κινήσεις, κινοῦμαι παρακολουθῶν τὰς κινήσεις τοῦ ἐχθροῦ, πρὸς πᾶν ἑτοίμως ἀντικινεῖσθαι τὸν Κλεομένη Πολύβ. 2. 66, 3.
Spanish (DGE)
1 c. ac. mover a su vez κατὰ συμβεβηκὸς ἄρα ἀντικινεῖ θάτερον ... ἔτι οὐκ ἀνάγκη τὸ κινοῦν ἀντικινεῖσθαι en forma accidental mueve a su vez al otro (motor) ... tampoco el motor es necesariamente movido a su vez Arist.Ph.257b21, cf. tb. en v. pas. Arist.GA 768b19, Simp.in Ph.677.21.
2 abs. o c. prep. producir un movimiento de rechazo, reaccionar (ὀργαὶ καὶ φόβοι) ὅταν τι κινήσωσιν, ἀντικινούντων πάλιν τούτων οὐ καθίστανται, ἄλλ' ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἀντικινοῦσιν (las iras y miedos) cuando mueven algo, al encontrar rechazo no se aplacan, sino que reaccionan contra ello Arist.Mem.453a26, cf. Ph.2.22
•en v. med. mismo sent. διὰ τὸ πρὸς πᾶν ἑτοίμως ἀντικινεῖσθαι τὸν Κλεομένη porque Cleómenes reaccionaba adecuadamente a todo (movimiento hostil), Plb.2.66.3
•moverse en sentido contrario ἡ ἀντικινουμένη la línea que va en sentido contrario Arist.Cael.272b4, cf. Philost.HE 2.13 (ap. crít.).