χυτικός: Difference between revisions

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
(6_10)
(47c)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χῠτικός''': -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115.
|lstext='''χῠτικός''': -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α<br />αυτός που έχει διαλυτικές ιδιότητες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>χυ</i>- της μηδενισμένης βαθμίδας της ρίζας του ρ. <i>χέω</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τικός</i>].
}}
}}

Revision as of 06:14, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χῠτικός Medium diacritics: χυτικός Low diacritics: χυτικός Capitals: ΧΥΤΙΚΟΣ
Transliteration A: chytikós Transliteration B: chytikos Transliteration C: chytikos Beta Code: xutiko/s

English (LSJ)

ή, όν, (χέω)

   A having a dissolving power, Arist.Pr.863a6, Gal.11.711.

German (Pape)

[Seite 1385] zum Gießen, Ausgießen geschickt, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

χῠτικός: -ή, -όν, (χέω) ὁ ἔχων διαλυτικὴν δύναμιν, Ἀριστ. Προβλ. 1. 30, Γαλην. τ. 13, σ. 115.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
αυτός που έχει διαλυτικές ιδιότητες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χυ- της μηδενισμένης βαθμίδας της ρίζας του ρ. χέω + κατάλ. -τικός].