ἀνθυπαλλαγή

From LSJ
Revision as of 19:35, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθυπαλλᾰγή Medium diacritics: ἀνθυπαλλαγή Low diacritics: ανθυπαλλαγή Capitals: ΑΝΘΥΠΑΛΛΑΓΗ
Transliteration A: anthypallagḗ Transliteration B: anthypallagē Transliteration C: anthypallagi Beta Code: a)nqupallagh/

English (LSJ)

ἡ, Rhet.,

   A substitution of one case for another, Demetr.Eloc.60, A.D.Synt.204.27, al.

German (Pape)

[Seite 235] ἡ, gegenseitige Vertauschung, πτώσεων, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθυπαλλαγή: ἡ, ἡ ἀνταλλαγή, Δημήτρ. Φαλ. 60.

Spanish (DGE)

-ῆς, ἡ
gram. sustitución de un caso gramatical por otro, Demetr.Eloc.60, ἀ. ἀριθμοῦ A.D.Synt.204.27.

Greek Monolingual

ἀνθυπαλλαγή, η (Α)
η ανταλλαγή, η αντικατάσταση μιας πτώσης με άλλη (όρος συντακτικού που χρησιμοποιείται από τον Δημήτριο τον Φαληρέα και τον Απολλώνιο τον Δύσκολο).