ηλεκτροπληξία

Revision as of 09:25, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
ιατρ. σφοδρός, βίαιος και συχνά θανατηφόρος κλονισμός του νευρικού συστήματος, ο οποίος προκαλείται από την αιφνίδια διοχέτευση ισχυρού ηλεκτρικού ρεύματος στο ανθρώπινο σώμα ή σε άλλο ζωντανό οργανισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. electrical shock < electrical (πρβλ. ηλεκτρικός) shock «κλονισμός»].