Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salus → Bane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus
ἡπατηρός, -ά, -όν (Μ)
ηπατικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήπαρ, -ατος + κατάλ. -ηρός (πρβλ. αιματ-ηρός, δαπαν-ηρός)].