σκινθίζομαι
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
Full diacritics: σκινθίζομαι | Medium diacritics: σκινθίζομαι | Low diacritics: σκινθίζομαι | Capitals: ΣΚΙΝΘΙΖΟΜΑΙ |
Transliteration A: skinthízomai | Transliteration B: skinthizomai | Transliteration C: skinthizomai | Beta Code: skinqi/zomai |
v. σκίνδαρος.
Α
(κατά τον Ησύχ.) «λακτίζομαι».
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά μία άποψη, η λ. συνδέεται με τον τ. σκίνδαρος.