στρογγυλοδίνητος

From LSJ
Revision as of 16:30, 2 February 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "Definition=[<b class="b3">ῑ], ον</b>" to "Definition=[ῑ], ον")

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στρογγῠλοδίνητος Medium diacritics: στρογγυλοδίνητος Low diacritics: στρογγυλοδίνητος Capitals: ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΔΙΝΗΤΟΣ
Transliteration A: strongylodínētos Transliteration B: strongylodinētos Transliteration C: stroggylodinitos Beta Code: stroggulodi/nhtos

English (LSJ)

[ῑ], ον,

   A turned into a round shape, rounded, Archestr. Fr.4.11.

German (Pape)

[Seite 955] herum-, im Kreise gedreht, Archestrat. bei Ath. III, 112 a.

Greek (Liddell-Scott)

στρογγῠλοδίνητος: [ῑ], -ον, ἐστραμμένος εἰς σχῆμα στρογγύλον, ἐστρογγυλευμένος, Ἀρχέστρ. παρ’ Ἀθην. 112Α.

Greek Monolingual

-ον, Α
συνεστραμμένος σε σχήμα στρογγυλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλος + -δίνητος) < δινῶ < δίνη), πρβλ. ηπιο-δίνητος, οιστρο-δίνητος].