φρυκτωρός

From LSJ
Revision as of 21:08, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

γέλως ἄκαιρος κλαυμάτων παραίτιος → ill-timed laughter causes tears (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρυκτωρός Medium diacritics: φρυκτωρός Low diacritics: φρυκτωρός Capitals: ΦΡΥΚΤΩΡΟΣ
Transliteration A: phryktōrós Transliteration B: phryktōros Transliteration C: fryktoros Beta Code: fruktwro/s

English (LSJ)

ὁ, (φρυκτός 11, οὖρος (B)),

   A one who watches on a height to make fire-signals, A.Ag.590, Th.8.102.    II fire-signal, beacon, Lyc.345 (proparox., s.v.l.).

German (Pape)

[Seite 1311] ὁ, Feuerwache, Wächter, der des Nachts auf einem erhöhten Orte wacht und durch verabredete Feuerzeichen Signale giebt, anrückende Feinde anmeldet u. vgl., Aesch. Ag. 576, vgl. die Schilderung der Kette von Signalfeuern ibid. 291 ff. – Auch das Feuerzeichen selbst, λάμψει καλὸν φρυκτωρόν Lycophr. 345.

Greek (Liddell-Scott)

φρυκτωρός: ὁ, (φρυκτὸς ΙΙ, οὖρος (Β)) φύλαξ φυλάττων εἰς ὕψωμά τι καὶ διαβιβάζων ἐκεῖθεν σημεῖα διὰ πυρσῶν, Αἰσχύλ. Ἀγ. 590, Θουκ. 8. 102· ἴδε τὴν πρώτην σκηνὴν καὶ περιγραφὴν ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 281 κἑξ. ΙΙ. αὐτὸ τὸ διὰ πυρσῶν σημεῖον, Λυκόφρ. 345.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
sentinelle chargée d’observer ou d’allumer les feux servant de signaux.
Étymologie: φρυκτός, οὖρος².

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
μσν.
φρυκτός, πυρσός για τη μετάδοση σημάτων, φρυκτωρία
αρχ.
1. φύλακας φρυκτωρίου («ὡς αὐτοῖς οἵ τε φρυκτωροὶ ἐσήμαινον καὶ ᾐσθάνοντο τὰ πυρὰ... ἔγνωσαν ὅτι», Θουκ.)
2. το διά μέσου φρυκτωρίας μεταδιδόμενο σήμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρυκτός + -ωρός (< ὁρῶ, βλ. λ. ορώ), πρβλ. θυρ-ωρός].

Greek Monotonic

φρυκτωρός: ὁ (φρυκτός II, οὖρος Β), φύλακας που φυλάει σε πύργο με φωτιές, τις οποίες ανάβει για να ειδοποιήσει σε περίπτωση κινδύνου, Θουκ.