Τανταλίδης
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
fils de Tantale.
Étymologie: Τάνταλος.
Greek Monolingual
ὁ, Α
γιος ή απόγονος του μυθικού βασιλιά της Φρυγίας, του Ταντάλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τάνταλος + επίθημα -ίδης (πρβλ. Πριαμ-ίδης)].
Russian (Dvoretsky)
Ταντᾰλίδης: ου (ῐ) ὁ (дор. gen. pl. Τανταλιδᾶν) Танталид, сын Тантала Aesch., Eur., Anth.