Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
-α, -ο, Ντράγειος («τραγήσιο κρέας»).[ΕΤΥΜΟΛ. < τράγος + κατάλ. -ήσιος (πρβλ. μοσχαρήσιος)].