αζιμούθιο

From LSJ
Revision as of 22:33, 29 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Θέλομεν καλῶς ζῆν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Bene vivere omnes volumus, at non possumus → Gut leben wollen wir alle, doch wir können es nicht

Menander, Monostichoi, 236

Greek Monolingual

το (Αστρον.)
μία από τις δύο συντεταγμένες που χρησιμοποιούμε για να καθορίσουμε τη θέση ενός σημείου στον ουρανό (η άλλη είναι η ζενιθία απόσταση ή το ύψος). Το αζιμούθιο είναι η δίεδρη γωνία μεταξύ του μεσημβρινού επιπέδου του τόπου παρατηρήσεως και του κατακόρυφου κύκλου του σημείου (ενός μέγιστου κύκλου που περνά από το σημείο και το ζενίθ του τόπου).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. azimuth < αραβ. as sumūt (= κατεύθυνση, δρόμος)].