τινθός

From LSJ
Revision as of 20:42, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τινθός Medium diacritics: τινθός Low diacritics: τινθός Capitals: ΤΙΝΘΟΣ
Transliteration A: tinthós Transliteration B: tinthos Transliteration C: tinthos Beta Code: tinqo/s

English (LSJ)

όν,

   A boiling-hot, Hsch. (τιντόν cod.).    II as Subst., the steam of a cauldron, Lyc.36.

German (Pape)

[Seite 1117] όν, kochend heiß, VLL.; – ὁ τινθός, der Rauch des Kessels, Lycophr. 36, vgl. Schol. Es ist verwandt mit θιμβρός, θερμός. Vgl. auch das lat. titio.

Greek (Liddell-Scott)

τινθός: -όν, «τινθόν· ἐφθὸν» (κῶδ. τιντὸν) Ἡσύχ. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ὁ ἀτμὸς χύτρας, Λυκόφρ. 36.

Greek Monolingual

-όν, και κώδ. τιντόν Α
1. (κατά τον Ησύχ.) «τινθόν
ἑφθόν»
2. το αρσ. ως ουσ.τινθός
ατμός που βγαίνει από χύτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του τινθ-αλέος με κατάλ. -ος].