ἀποκεφαλιστής

From LSJ
Revision as of 14:45, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ὑπὸ τῆς ἀνάγκης πολλὰ γίγνεται κακά → Ad multa cogit nos necessitas mala → Der Zwang der Not lässt vieles schlimme Leid geschehn

Menander, Monostichoi, 524
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποκεφᾰλιστής Medium diacritics: ἀποκεφαλιστής Low diacritics: αποκεφαλιστής Capitals: ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΤΗΣ
Transliteration A: apokephalistếs Transliteration B: apokephalistēs Transliteration C: apokefalistis Beta Code: a)pokefalisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,    A headsman, beheader, head-chopper, decapitator, Str.11.14.14.

German (Pape)

[Seite 306] ὁ, der Kopfabschneider, Strab.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ verdugo encargado de decapitar Str.11.14.14.

Greek Monolingual

ο (AM ἀποκεφαλιστής)
1. αυτός που εκτελεί τον αποκεφαλισμό, ο δήμιος
νεοελλ.
«Αγιος Ιωάννης ο Αποκεφαλιστής» (αντί αποκεφαλισθείς)
ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν γιορτάζεται τον Αύγουστο σ' ανάμνηση του αποκεφαλισμού του.