перевозить
From LSJ
Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
Russian > Greek
συνδιαβιβάζω ;; ἀνακομίζω ;; ἀγκομίζω ;; ὑπερβιβάζω ;; φορτηγέω ;; πορθμεύω ;; διάγω ;; διαπεραιόω ;; διαπορεύω ;; διακομίζω ;; διαπορθμεύω ;; περαιόω ;; παρακομίζω ;; διαπεράω ;; διαφέρω