пышно
From LSJ
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
Russian > Greek
πλουσίως ;; τραγικῶς ;; μεγαλοπρεπῶς ;; μεγαλοπρεπέως ;; ἀγαυρῶς ;; μεγάλως ;; σεμνῶς ;; προστατικῶς ;; πανηγυρικῶς ;; ὀγκηρῶς ;; ἐπισήμως ;; σοβαρῶς ;; μεγαλωστί ;; περισσῶς ;; ὑπερηφάνως