παραβλύζειν τοῦ οἴνου ἐν τῷ ὕπνω → disgorge wine in one's sleep, belch a bit of wine in one's sleep
πλάνη ;; λήμη ;; ματία ;; ματίη ;; ψευδοδοξία ;; ἀγνόημα ;; ἀλλοδοξία ;; παρατροπή ;; παράπτωμα ;; ἀμπλακία ;; ἀμπλακίη ;; πλάνησις ;; ὀλίσθησις ;; παράκρουσις ;; πλημμέλεια ;; ψεῦδος