τὸν πάνθ' ὁρῶντα καὐτὸν οὐχ ὁρώμενον → the all-seeing though himself unseen
Full diacritics: σφαιροθεσία | Medium diacritics: σφαιροθεσία | Low diacritics: σφαιροθεσία | Capitals: ΣΦΑΙΡΟΘΕΣΙΑ |
Transliteration A: sphairothesía | Transliteration B: sphairothesia | Transliteration C: sfairothesia | Beta Code: sfairoqesi/a |
ἡ, A position on the celestial sphere, Sch.Arat. 147.
σφαιροθεσία: ἡ, θέσις ἀστρονομική, Σχόλ. εἰς Ἄρατ. 147
ἡ, Α
θέση στην ουράνια σφαίρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + -θεσία (< -θέτης < τίθημι), πρβλ. ὁριο-θεσία].