ὀκτάκωλος

From LSJ
Revision as of 17:30, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισιν ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων → eyes and ears are poor witnesses for men if their souls do not understand the language (Heraclitus Phil.: Fr. B 107; Testimonia: Fragment 16, line 6)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκτάκωλος Medium diacritics: ὀκτάκωλος Low diacritics: οκτάκωλος Capitals: ΟΚΤΑΚΩΛΟΣ
Transliteration A: oktákōlos Transliteration B: oktakōlos Transliteration C: oktakolos Beta Code: o)kta/kwlos

English (LSJ)

ον,

   A of eight lines, στροφή Sch. Ar.Ach.565, Heph.Poëm.4.

German (Pape)

[Seite 317] achtgliedrig, mit acht Absätzen, Schol. Ar. Ach. 558.

Greek (Liddell-Scott)

ὀκτάκωλος: -ον, ὁ ἀποτελούμενος ἐξ ὀκτὼ στίχων, στροφὴ Σχολ. εἰς Ἀριστοφ. Ἀχ. 565, Ἡφαιστ. ΙΙ. 8. 13.

Greek Monolingual

ὀκτάκωλος, -ον (Α)
1. (για στροφή ποιήματος) αυτή που αποτελείται από οκτώ στίχους
2. αυτός που αποτελείται από οκτώ κώλα, από οκτώ μέρη ή μέλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + κῶλον «τμήμα περιόδου ή στίχου»].