μελανδίνης

From LSJ
Revision as of 16:50, 30 November 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b3">ῑ], ου, ὁ</b>" to "ῑ], ου, ὁ")

ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελᾰνδίνης Medium diacritics: μελανδίνης Low diacritics: μελανδίνης Capitals: ΜΕΛΑΝΔΙΝΗΣ
Transliteration A: melandínēs Transliteration B: melandinēs Transliteration C: melandinis Beta Code: melandi/nhs

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,

   A dark-eddying, Γάγγης D.P. 577.

German (Pape)

[Seite 119] ὁ, schwarzwirbelnd, Γάγγης, D. Per. 577.

Greek (Liddell-Scott)

μελανδίνης: [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἔχων, σχηματίζων μελαίνας δίνας, Διον. Π. 577.

Greek Monolingual

μελανδίνης, ὁ (Α)
(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει μαύρες, σκοτεινές δίνες («μελανδίνην ἀνὰ Γάγγην», Διον. Περ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + δίνη (πρβλ. βαθυ-δίνης)].