Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.
Full diacritics: κλείπους | Medium diacritics: κλείπους | Low diacritics: κλείπους | Capitals: ΚΛΕΙΠΟΥΣ |
Transliteration A: kleípous | Transliteration B: kleipous | Transliteration C: kleipous | Beta Code: klei/pous |
κόσμος τις τοῦ καλουμένου γείσους, Hsch. κλεῖρος· κλειδίον, Id.
κλείπους (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κόσμος τις τοῦ καλουμένου γείσους».
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < θ. κλει- (απαθής βαθμίδα της ρίζας του κλίνω, πρβλ. κλειτύς) + -πούς (< πούς), πρβλ. αερσί-πους, καμψί-πους)].