ἀρχοντεύω
From LSJ
ἡ Νέμεσις προλέγει τῷ πήχεϊ τῷ τε χαλινῷ μήτ' ἄμετρόν τι ποιεῖν μήτ' ἀχάλινα λέγειν → Nemesis warns us by her cubit-rule and bridle neither to do anything without measure nor to be unbridled in our speech
English (LSJ)
A hold office of ἄρχων, IPE12.130.17 (Olbia, ii/iii A. D.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀρχοντεύω: εἶμαι ἄρχων, Συλλ. Ἐπιγρ. 2076, 2402: - ἐντεῦθεν ἀρχοντία ἢ ἀρχοντεία, ἐπικράτεια ἄρχοντος, ἐπαρχία, τοὺς τῶν ἄλλων ἀρχοντιῶν λαοὺς Νικηφόρος Κωνσταντινουπόλεως σ. 50. 15.
Spanish (DGE)
ser arconte, IHadrian.40.7 (II d.C.), IPE 12.130.17 (Olbia II/III d.C.).
Greek Monolingual
(Μ ἀρχοντεύω) άρχων
1. είμαι ή γίνομαι πλούσιος
2. (-ομαι) συμπεριφέρομαι αρχοντικά.