δεκάμετρος

From LSJ
Revision as of 21:52, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκάμετρος Medium diacritics: δεκάμετρος Low diacritics: δεκάμετρος Capitals: ΔΕΚΑΜΕΤΡΟΣ
Transliteration A: dekámetros Transliteration B: dekametros Transliteration C: dekametros Beta Code: deka/metros

English (LSJ)

of ten metrical units: Subst. -μετρον (sc. κῶλον), τό, decameter, Sch.Ar.Eq.496, etc.

German (Pape)

[Seite 542] zehnfüßig, Vers, Schol. Ar. Equ. 496.

Greek (Liddell-Scott)

δεκάμετρος: -ον, ὁ ἐκ δέκα μέτρων συγκείμενος, Σχόλ. Ἀριστοφ. Ἱππ. 496, κτλ.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α δεκάμετρος, -ον)
νεοελλ.
1. αυτός που έχει μήκος δέκα μέτρων («δεκάμετρη ταινία» — μετρικό όργανο του γεωμέτρη)
2. το ουδ. ως ουσ. το δεκάμετρο
μονάδα μήκους που περιέχει δέκα μέτρα
αρχ.
έμμετρο απόσπασμα που αποτελείται από δέκα μετρικές μονάδες («περίοδον... πεντάμετρον»).