θρανίς
From LSJ
Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut
English (LSJ)
ίδος, ἡ, sword-fish,= ξιφίας, Xenocr.17; cf. θρανίας.
German (Pape)
[Seite 1215] ἡ, der Schwertfisch, sonst ξιφίας, Sp. Vgl. θρανίας.
Greek (Liddell-Scott)
θρᾰνίς: -ίδος, ἡ, ἰχθὺς ὁ καλούμενος καὶ ξιφίας, Ξενοκρ. Ἐνυδρ. 8, Πλίν.