ἑτεροεθνής

From LSJ
Revision as of 16:00, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm

Menander, Monostichoi, 230
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτεροεθνής Medium diacritics: ἑτεροεθνής Low diacritics: ετεροεθνής Capitals: ΕΤΕΡΟΕΘΝΗΣ
Transliteration A: heteroethnḗs Transliteration B: heteroethnēs Transliteration C: eteroethnis Beta Code: e(teroeqnh/s

English (LSJ)

ές, A of another tribe, foreign, Str.8.1.2, Ph.2.400.

German (Pape)

[Seite 1048] ές, von einem andern Volke, Strab. II p. 128 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτεροεθνής: -ές, εἰς ἕτερον ἔθνος ἀνήκων, ξένος, Στράβ. 128, Κλήμ. Ἀλεξ. 478.

Greek Monolingual

-ές (ΑΜ ἑτεροεθνής, -ές)
αυτός που ανήκει σε άλλο έθνος, ο ομοεθνής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + -εθνής (< έθνος), πρβλ. αλλο-εθνής].