ἡμίχλωρος
From LSJ
μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
Full diacritics: ἡμίχλωρος | Medium diacritics: ἡμίχλωρος | Low diacritics: ημίχλωρος | Capitals: ΗΜΙΧΛΩΡΟΣ |
Transliteration A: hēmíchlōros | Transliteration B: hēmichlōros | Transliteration C: imichloros | Beta Code: h(mi/xlwros |
ον, half-green, Gloss.
ἡμίχλωρος: -ον, κατὰ τὸ ἥμισυ πράσινος, Γλωσσ.
ἡμίχλωρος, -ον (Α)
αυτός που είναι κατά το ήμισυ χλωρός, ο μισοπράσινος.