κιθώνη
From LSJ
Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)
Full diacritics: κιθώνη | Medium diacritics: κιθώνη | Low diacritics: κιθώνη | Capitals: ΚΙΘΩΝΗ |
Transliteration A: kithṓnē | Transliteration B: kithōnē | Transliteration C: kithoni | Beta Code: kiqw/nh |
Ion., = χιτώνη (q.v.), Milet.1(7).202.
κιθώνη, ἡ (Α)
ιων. τ. χιτώνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιτώνη με μετάθεση της δασύτητας].