θερμωλή
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
ἡ, A feverish heat, Hp.Loc.Hom.19,al.
German (Pape)
[Seite 1202] ἡ, Hitze, bes. Fieberhitze, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
θερμωλή: ἡ, πυρετώδης θερμότης, Ἱππ. 416. 33., 418. 1, κτλ.
Greek Monolingual
θερμωλή, ἡ (ΑΜ)
υπερβολική θερμότητα
μσν.
(για ασθενείς) πυρετός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμός + επίθημα -ωλή (< ΙΕ -lο- βλ. -ηλός), πρβλ. ευχωλή, τερπωλή].