λαμπροφοίτης
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
Spanish
Greek Monolingual
λαμπροφοίτης, -ου, ό (Α)
(για τον ήλιο) αυτός που εμφανίζεται με λαμπρότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπρός + -φοίτης (< φοιτώ), πρβλ. οροφοίτης, ουρανοφοίτης·