μαυράδι

From LSJ
Revision as of 06:55, 13 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τέθνηκ' ἐν ἀνθρώποισιν πᾶσα γὰρ χάρις → Emortua omnis est hominibus gratia → Zu Grab getragen ist bei Menschen aller Dank

Menander, Monostichoi, 498

Greek Monolingual

το (Μ μαυράδι)
μικρό μαύρο σημάδι ή μαύρη κηλίδα
νεοελλ.
φρ. «το μαυράδι του ματιού» — η κόρη του ματιού
μσν.
καμένο μέρος («λοιπὸν πηγαίνω στὸ βουνὶν ὁπού 'ναι τὸ μαυράδι», Γαδ. διηγ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαῦρος + κατάλ. -άδι (πρβλ. κοκκινάδι)].