στερεοβάτης

From LSJ
Revision as of 18:15, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Μισῶ πονηρόν, χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον → Cum recta fatur, improbum odi maxime → Den Schlechten hass' ich, wenn ein gutes Wort er spricht

Menander, Monostichoi, 352
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στερεοβάτης Medium diacritics: στερεοβάτης Low diacritics: στερεοβάτης Capitals: ΣΤΕΡΕΟΒΑΤΗΣ
Transliteration A: stereobátēs Transliteration B: stereobatēs Transliteration C: stereovatis Beta Code: stereoba/ths

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ, foundation course of a building, Vitr.3.4.1.

Greek (Liddell-Scott)

στερεοβάτης: -ου, ὁ, ὁ βαίνων στερεῶς, σταθερῶς, λέξις ἀρχιτεκτονική, Vitruv. de archit. ΙΙΙ. 4. 1.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
αρχιτ. βάθρο χωρίς εξέχουσες γλυφές
αρχ.
θεμέλιο οικοδομής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερεός + -βάτης (< βαίνω), πρβλ. ἐρημοβάτης.