γόγγυσις
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
Full diacritics: γόγγῠσις | Medium diacritics: γόγγυσις | Low diacritics: γόγγυσις | Capitals: ΓΟΓΓΥΣΙΣ |
Transliteration A: góngysis | Transliteration B: gongysis | Transliteration C: goggysis | Beta Code: go/ggusis |
εως, ἡ, = γογγυσμός (murmuring, muttering, grumbling), LXX Nu. 14.27.
-εως, ἡ
murmuración τὴν γόγγυσιν τῶν υἱῶν Ισραήλ ... ἀκήκοα LXX Nu.14.27.
γόγγῠσις: -εως, ἡ, = τῷ ἑπομ., Ἑβδ. (Ἀριθμ. ιδ΄, 27).
γόγγυσις, η (Α) γογγύζω
ο γογγυσμός.