πειθοδικαιόσυνος
From LSJ
ὁ γοῦν Ἀνάγυρός μοι κεκινῆσθαι δοκεῖ → did somebody fart, seems to me the Anagyros has been stirred up, I knew someone was raising a stink, the fat is in the fire
English (LSJ)
ον, pleading the cause of justice or obedient to justice, PMag.Lond.46.403.
Spanish
defensor de la causa de la justicia
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που πείθεται, που υπακούει και πειθαρχεί στο έργο της δικαιοσύνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. πειθ- του πείθω + δικαιοσύνη.
Léxico de magia
-ον defensor de la causa de la justicia de Hermes Ἑρμῆ κοσμοκράτωρ, ... λόγων ἀρχηγέτα γλώσσης, πειθοδικαιόσυνε Hermes, señor del universo, creador de las palabras de la lengua, defensor de la causa de la justicia P V 403 P VII 670 P XVIIb 3