συνήχησις
From LSJ
Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeral—both memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)
English (LSJ)
εως, ἡ, sounding in accord, Thphr.Fr.89.8, Ph.2.226, Plu.2.1021b.
Greek (Liddell-Scott)
συνήχησις: ἡ, τὸ συνηχεῖν, ἠχεῖν ἐν ὁμοφωνίᾳ, Φίλων 2. 226, Πλούτ. 2. 1021Β, Ζωναρᾶ Λεξικ. ἐν λέξ. Ὑμέναιος.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
consonance, accord.
Étymologie: συνηχέω.