φαρμακεργάτης

From LSJ
Revision as of 12:19, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φαρμᾰκεργάτης Medium diacritics: φαρμακεργάτης Low diacritics: φαρμακεργάτης Capitals: ΦΑΡΜΑΚΕΡΓΑΤΗΣ
Transliteration A: pharmakergátēs Transliteration B: pharmakergatēs Transliteration C: farmakergatis Beta Code: farmakerga/ths

English (LSJ)

[γᾰ], ου, ὁ, apothecary, Tz. H.8.918.

Greek (Liddell-Scott)

φαρμᾰκεργάτης: -ου, ὁ, = φαρμακουργός, «φαρμακεργάτην κάλει... τὸν φάρμακα σκευάζοντα» Τζέτζ. Ἱστ. 8, 918.

Greek Monolingual

ο, ΝΜ, και θηλ. φαρμακεργάτρια Ν
νεοελλ.
1. υπάλληλος φαρμακείου υπό την εποπτεία του φαρμακοποιού
2. εργάτης φαρμακοβιομηχανίας
μσν.
παρασκευαστής φαρμάκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + ἐργάτης.