μυρμηκάνθρωποι

From LSJ
Revision as of 11:59, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μισῶ σοφιστήν, ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who is not wise for himself → Odi professum sapere, qui sibi non sapit → Den Weisen hass' ich, der in eigner Sache Tor

Menander, Monostichoi, 332
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυρμηκάνθρωποι Medium diacritics: μυρμηκάνθρωποι Low diacritics: μυρμηκάνθρωποι Capitals: ΜΥΡΜΗΚΑΝΘΡΩΠΟΙ
Transliteration A: myrmēkánthrōpoi Transliteration B: myrmēkanthrōpoi Transliteration C: myrmikanthropoi Beta Code: murmhka/nqrwpoi

English (LSJ)

οἱ, ant-men, title of play by Pherecrates, Ath. 6.229a.

German (Pape)

[Seite 220] οἱ, die Ameisenmenschen, Titel einer Comödie des Pherekrates, Ath. VI, 229.

Greek (Liddell-Scott)

μυρμηκάνθρωποι: οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, κωμῳδία τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α.

Greek Monolingual

μυρμηκάνθρωποι, οἱ (Α)
1. άνθρωποι οι οποίοι προέρχονται από μυρμήγκια ή άνθρωποι που μοιάζουν με μυρμήγκια
2. ως κύριο όν. Μυρμηγκάνθρωποι
τίτλος κωμωδίας του Φερεκράτους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρμηξ, -ηκος «μυρμήγκι» + ἄνθρωπος.