incertidumbre
From LSJ
Spanish > Greek
ἀδηλία, ἀμφιβολία, δίσταγμα, ἐνδοιασμός, διαπόρησις, δισταγμός, τὸ ἀπαγές, ἀγνωσία, ἀφάνεια, τὸ ἀτέκμαρτον, τὸ ἀστάθμητον, τὸ δυσμαθές
ἀδηλία, ἀμφιβολία, δίσταγμα, ἐνδοιασμός, διαπόρησις, δισταγμός, τὸ ἀπαγές, ἀγνωσία, ἀφάνεια, τὸ ἀτέκμαρτον, τὸ ἀστάθμητον, τὸ δυσμαθές