εἰσέπειτα
From LSJ
ἐπὶ ξυροῦ γὰρ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα → our affairs are balanced on a razor's edge, our affairs are set upon the razor's edge
English (LSJ)
Adv. for hereafter, τὰ..πάρος τά τ' εἰ. S.Aj.35, etc.
Spanish (DGE)
adv. en lo sucesivo τὰ τ' οὖν πάρος τά τ' εἰ. S.Ai.35, cf. D.C.Epit.7.15.8, Lib.Decl.40.13.
French (Bailly abrégé)
adv.
ou mieux εἰς ἔπειτα;
ensuite, désormais.
Greek (Liddell-Scott)
εἰσέπειτα: ἐπιρρ. μετὰ ταῦτα, κατόπιν, πάντα γὰρ τὰ τ’ οὖν πάρος τά τ’ εἰσέπειτα σῇ κυβερνῶμαι χερὶ Σοφ. Αἴ. 35, κτλ.
Greek Monotonic
εἰσέπειτα: επίρρ., εν συνεχεία, κατόπιν, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
εἰσέπειτα: adv. (чаще раздельно) впоследствии, после, впредь Soph.
Middle Liddell
for hereafter, Soph.