ἑνδεκασύλλαβος

From LSJ
Revision as of 11:40, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ")

ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑνδεκᾰσύλλᾰβος Medium diacritics: ἑνδεκασύλλαβος Low diacritics: ενδεκασύλλαβος Capitals: ΕΝΔΕΚΑΣΥΛΛΑΒΟΣ
Transliteration A: hendekasýllabos Transliteration B: hendekasyllabos Transliteration C: endekasyllavos Beta Code: e(ndekasu/llabos

English (LSJ)

ον, eleven-syllabled, ἑνδεκασύλλαβον = hendecasyllabum; ἑνδεκασύλλαβον Πινδαρικόν (sc. μέτρον) = Pindaric eleven-syllable Heph.14.2.

Spanish (DGE)

-ον
métr. endecasílabo del metro de once sílabas, del alcaico, Heph.14.3, del sáfico, Heph.14.1, del pindárico, Heph.14.2, del falecio, Cat.12.10, 42.1.

German (Pape)

[Seite 832] clssylbig, Hephaest.

Greek (Liddell-Scott)

ἑνδεκασύλλαβος: -ον, ὁ ἐξ ἕνδεκα συλλαβῶν συνιστάμενος, τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον Ἡφαιστίων 14. 2.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἑνδεκασύλλαβον) νεοελλ.
1. αυτός που αποτελείται από ένδεκα συλλαβές («ενδεκασύλλαβος στίχος»)
2. (το αρσ. ως. ουσ.) ο ενδεκασύλλαβος
ο ενδεκασύλλαβος στίχος
αρχ.-μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ ἑνδεκασύλλαβον
ο ενδεκασύλλαβος στίχος.