παραδειγματισμός

From LSJ
Revision as of 10:56, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραδειγμᾰτισμός Medium diacritics: παραδειγματισμός Low diacritics: παραδειγματισμός Capitals: ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: paradeigmatismós Transliteration B: paradeigmatismos Transliteration C: paradeigmatismos Beta Code: paradeigmatismo/s

English (LSJ)

ὁ, making an example of, pointing out to public shame, Plb.15.20.5, 30.8.8, LXX 3 Ma.7.14, D.S.34.9, Ptol. Tetr.154; especially of military reprimand, Plb.6.38.4.

German (Pape)

[Seite 476] ὁ, die Handlung, wenn ein öffentliches Beispiel, bes. ein Strafbeispiel gegeben wird, exemplarische Bestrafung, Pol. 15, 20, 5. 30, 8, 8 u. a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

παραδειγμᾰτισμός:примерное наказание Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

παραδειγμᾰτισμός: ὁ, παραδειγματικὴ τιμωρία δημοσίως γινομένη ἥτις νὰ χρησιμεύῃ ὡς παράδειγμα εἰς τοὺς ἄλλους, Πολύβ. 15. 20, 5., 30. 8, 8· στρατιωτικὴ ἐπιτίμησις, 6. 38, 4.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ παραδειγματίζω
1. το να δίνει κανείς το παράδειγμα σε άλλους ή το να διδάσκεται από το παράδειγμα τών άλλων
2. η τιμωρία που επιβάλλεται για σωφρονισμό, καθώς και ο σωφρονισμός που επιτυγχάνεται με την τιμωρία.