Καδμείωνες
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
English (Autenrieth)
the Cadmeians, Thebans, Il. 4.391, 385.
French (Bailly abrégé)
ων (οἱ) : c. Καδμεῖοι.
Russian (Dvoretsky)
Καδμείωνες: οἱ Hom. = Καδμεῖοι.
Greek Monolingual
Καδμειῶνες και Καδμείωνες, οἱ (Α) Κάδμος
Καδμείοι, οι παλαιοί κάτοικοι τών Θηβών.