διαποστολή
φέρουσα κατακρύπτει ἐς τὸ ἀφραστότατόν οἱ ἐφαίνετο εἶναι → wherefore she bore it away and hid it where she thought it would be hardest to find
English (LSJ)
ἡ, sending of messages, Plb. 5.37.3 (pl.), OGI248.58 (ii B.C.); πρεσβειῶν D.H.7.12.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
envío de negociadores o delegaciones περὶ τῶν κατὰ μέρους συνεχεῖς ἐγίνοντο διαποστολαὶ πρὸς ἀλλήλους hubo un continuo ir y venir de legaciones para discutir los puntos de detalle Plb.5.103.8, cf. 37.3, 14.1.9
•c. gen. envío mediante delegación τῆς δὲ διαποστολῆς αὐτοῦ (sc. τοῦ ψηφίσματος) πρὸς τὸν βασιλέα OGI 248.58 (Pérgamo II a.C.), πρεσβειῶν ἀπόρρητοι διαποστολαί D.H.7.12.
Greek (Liddell-Scott)
διαποστολή: ἡ, ἀμοιβαία ἀποστολὴ ἀγγέλων, Πολύβ. 5. 37, 3, κτλ.
Russian (Dvoretsky)
διαποστολή: ἡ отправка послов с обеих сторон, обмен посольствами Polyb.
German (Pape)
ἡ, das Absenden, Zusenden von Boten, Gesandten, Pol. 5.37 und sonst.