δαφνίτης

From LSJ
Revision as of 10:57, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Φιλεῖ δ' ἑαυτοῦ πλεῖον οὐδεὶς οὐδένα → Haud ullus alii quam sibi est amicior → Es liebt ja keiner einen andern mehr als sich

Menander, Monostichoi, 528
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δαφνίτης Medium diacritics: δαφνίτης Low diacritics: δαφνίτης Capitals: ΔΑΦΝΙΤΗΣ
Transliteration A: daphnítēs Transliteration B: daphnitēs Transliteration C: dafnitis Beta Code: dafni/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,
A laureate, epithet of Apollo at Syracuse, Hsch.
II of bay, οἶνος Gp.8.8.

Spanish (DGE)

-ου
de laurel οἶνος Gp.8.8 (tít.).

Greek (Liddell-Scott)

δαφνίτης: -ου, ὁ, ὁ δαφνηφόρος, δάφνην ἔχων ἐπὶ τῆς κεφαλῆς, ἐπίθ. τοῦ Ἀπόλλωνος ἐν Συρακούσαις, Ἡσύχ.· πρβλ. δαφνηφόρος. ΙΙ. ἐκ δάφνης, οἶνος Γεωπ. 8. 8.

Greek Monolingual

ο (Α δαφνίτης) δάφνη
νεοελλ.
1. λίθος μέσα στη μάζα του οποίου διαγράφονται σχήματα όμοια με φύλλα δάφνης
2. ποικιλία του χλωρίτη
αρχ.
1. (επίθετο του Απόλλωνος) στεφανωμένος με δάφνη
2. φρ. «δαφνίτης οἶνος» — κρασί αρωματισμένο με δάφνη.

German (Pape)

ὁ,
1 vom Lorbeerbaum, οἶνος Geop.
2 mit Lorbeer bekränzt, Beiname des Apollo bei den Syrakusanern, Vetera Lexica.