Κλῶθες

From LSJ
Revision as of 10:42, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχειtime and tide wait for no man

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κλῶθες Medium diacritics: Κλῶθες Low diacritics: Κλώθες Capitals: ΚΛΩΘΕΣ
Transliteration A: Klō̂thes Transliteration B: Klōthes Transliteration C: Klothes Beta Code: *klw=qes

English (LSJ)

ων, αἱ, Spinners, name of the Goddesses of fate, πείσεται ἅσσα οἱ αἶσα κατὰ Κλῶθές τε βαρεῖαι γεινομένῳ νήσαντο λίνῳ Od.7.197 (v.l. Κατακλῶθες: v.l. ap.Eust. ἅσσα οἱ Αἶσα κατακλώθῃσι βαρεῖα, with next line omitted).

French (Bailly abrégé)

ων (αἱ) :
les Fileuses, divinités qui filent la trame de la vie des hommes.
Étymologie: κλώθω.

Russian (Dvoretsky)

Κλῶθες: αἱ Пряхи, т. е. Μοῖραι Hom.

Greek (Liddell-Scott)

Κλῶθες: -αἱ, ἀντὶ Κλωθοί, αἱ κλώθουσαι, ὄνομα τῶν Μοιρῶν, πείσεται ἅσσα οἱ Αἶσα κατὰ Κλῶθές τε βαρεῖαι γειναμένῳ νήσαντο λίνῳ (πρβλ. Κλωθώ) Ὀδ. Η. 197· ἔνθα κοινῶς: Κατακλῶθες· ὑπάρχει διάφ. γραφ. ἅσσα οἱ Αἶσα κατακλώθῃσι βαρεῖα, παραλειπομένου τοῦ ἑπομένου στίχου, ὅπερ συμφωνεῖ κάλλιον πρὸς τὸ ἐν Ἰλ. Υ. 127., Ω. 210.

English (Autenrieth)

the ‘Spinsters,’ i. e. the Fates, Od. 7.197†.

Greek Monotonic

Κλῶθες: -ων, αἱ, οι Κλωθούσες, όνομα των Μοιρών ή των θεοτήτων της Τύχης, σε Ομήρ. Οδ.

Middle Liddell


the spinners, a name of the Parcae or goddesses of fate, Od.