μελλέποσις
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
English (LSJ)
ὁ μέλλων ἀνὴρ γίνεσθαι, Hsch.
German (Pape)
[Seite 125] ὁ, v. l. für μελλόποσις.
Greek (Liddell-Scott)
μελλέποσις: «ὁ μέλλων ἀνὴρ γίνεσθαι» Ἡσύχ.