φοινάς

From LSJ
Revision as of 12:23, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν → Prudentia opus est, ubi didiceris litteras → Das Lesen lerne, Schreiben, und dann aufgepasst

Menander, Monostichoi, 96
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φοινάς Medium diacritics: φοινάς Low diacritics: φοινάς Capitals: ΦΟΙΝΑΣ
Transliteration A: phoinás Transliteration B: phoinas Transliteration C: foinas Beta Code: foina/s

English (LSJ)

φοινάδος, ἡ, = ἐρυσίβη, Theognost.Can.25.

Greek Monolingual

-άδος, ἡ, ΜΑ
μύκητας τών φυτών και τών καρπών που προσβάλλει κυρίως το σιτάρι και το κριθάρι, η ερυσίβη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοινός «κόκκινος» + κατάλ. -άς, -άδος (πρβλ. γυμνάς, νωθράς)].