φόρτιμος

From LSJ
Revision as of 12:08, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν → Conubium homini inire votivum est malum → Die Ehe ist den Menschen ein erflehtes Leid

Menander, Monostichoi, 102
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φόρτῐμος Medium diacritics: φόρτιμος Low diacritics: φόρτιμος Capitals: ΦΟΡΤΙΜΟΣ
Transliteration A: phórtimos Transliteration B: phortimos Transliteration C: fortimos Beta Code: fo/rtimos

English (LSJ)

η, ον, = φορτικός 1, πλοῖον Sch.Ar.Av.599.

Greek (Liddell-Scott)

φόρτιμος: -η, -ον, = φορτικὸς Ι, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 599.

Greek Monolingual

-ίμη, -ον, Α
φορτικός, αυτός που χρησιμοποιείται για μεταφορές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φόρτος + κατάλ. -ιμος (πρβλ. νόστιμος)].