κύσσαρος
English (LSJ)
ὁ,
A = κυσός 11, ἀρχός 11, Hp.Nat.Puer.17, Gal.19.176, Erot.
German (Pape)
[Seite 1538] ὁ, der After, Hippocr., Galen.
Greek (Liddell-Scott)
κύσσαρος: ὁ, = κυσὸς ΙΙ, Ἱππ. 238. 27, Γαλην.· πρβλ. κύτταρος.
ὁ,
A = κυσός 11, ἀρχός 11, Hp.Nat.Puer.17, Gal.19.176, Erot.
[Seite 1538] ὁ, der After, Hippocr., Galen.
κύσσαρος: ὁ, = κυσὸς ΙΙ, Ἱππ. 238. 27, Γαλην.· πρβλ. κύτταρος.