ἐνύδριος
From LSJ
Παθητός (ποθητός) ἐστι πᾶς τις εὐπροσήγορος → Facile alloqueris omnem, qui passu'st mala → Leicht ansprechbar ist jeder, der gelitten hat
Παθητός (ποθητός) ἐστι πᾶς τις εὐπροσήγορος → Facile alloqueris omnem, qui passu'st mala → Leicht ansprechbar ist jeder, der gelitten hat
Full diacritics: ἐνύδριος | Medium diacritics: ἐνύδριος | Low diacritics: ενύδριος | Capitals: ΕΝΥΔΡΙΟΣ |
Transliteration A: enýdrios | Transliteration B: enydrios | Transliteration C: enydrios | Beta Code: e)nu/drios |
ον,
A = ἔνυδρος, Orac. ap. Lyd.Mens.3.5; [θεοί] Iamb.Myst.1.9. Adv. -ίως ibid.
[Seite 860] = ἔνυδρος, Iambl. u. a. Sp.
ἐνύδριος: -ον, = ἔνυδρος, Χρησμ. παρ’ Ἰω. Λυδ. π. Μην. 3. 5, σ. 88. ― Ἐπίρρ. -ίως, Ἰαμβλ. π. Μυστ. 1. 9, σ. 18.