ἐπεύνακτοι
ἀσκέειν, περὶ τὰ νουσήματα, δύο, ὠφελέειν, ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm
English (LSJ)
ων, οἱ, (εὐνάζω) name for the Helots who were adopted into their lords' places during the Messenian wars, Theopomp.Hist. 166:—D.S.8Fr.21 writes ἐπευνακταί, and seems to identify them with the παρθενίαι (q. v.): Hsch. has ἐνεύνακτοι· οἱ παρθενίαι, and ἐπευνακταί· οἱ συγκοιμηταί.
German (Pape)
[Seite 918] οἱ (εὐνάζω), heißen in Sparta die Heloten, welche mit den Frauen ihrer im 2. messenischen Kriege umgekommenen Herren Kinder erzeugten u. zu Bürgern gemacht wurden, Theopomp. bei Ath. VI, 271 c; Hesych. erkl. παρθενίαι. Auch ἐπευνακταί, οἱ, D. Sic. exc. Vat. p. 10.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπεύνακτοι: -ων, οἱ, (εὐνάζω) ὄνομα τῶν Εἰλώτων ὅσοι κατετάχθησαν εἰς τὰς τάξεις τῶν ἀποθανόντων Λακεδαιμονίων ἐν τῷ πρὸς Μεσσηνίους πολέμῳ, «οὓς καὶ πολίτας ὕστερον ποιήσαντες προσηγόρευσαν ἐπευνάκτους» Θεόπομπος παρ’ Ἀθην. 271C·- ὁ Διόδ., ἐν Ἐκλογ. Βατικ. σ. 10, γράφει ἐπευνακταί, καὶ φαίνεται ὅτι ταυτίζει αὐτοὺς τοῖς Παρθενίαις (ἴδε Παρθενίας). Καθ’ Ἡσύχ. «ἐπευνα(κ)ταί· οἱ συγκοιμηταί», καὶ «ἐνεύνακτοι· οἱ παρθενίαι».